Ο Χριστός παριστάνεται έως τη μέση, μετωπικός, κρατώντας κλειστό ευαγγέλιο με το αριστερό και ευλογώντας με το δεξί του χέρι. Η στιβαρή μορφή του προβάλλει με χρυσό φωτοστέφανο, εμπρός από αβαθή κόγχη που σχηματίζεται σε ψηλό τείχος, ενώ γαλάζιος ουρανός σε κλιμακούμενους τόνους καλύπτει ψηλότερα τον κάμπο.
Η εικόνα, μια από τις σπουδαιότερες που διασώζονται στη Μονή του Σινά, έφερε επιζωγραφήσεις που δεν επέτρεπαν την ορθή χρονολόγησή της ( Σωτηρίου 1956, 1958, αριθ. 174, σελ. 161 κ.ε , 13 ος αι.). Ύστερα από την πλήρη συντήρησή της το 1962 από τον Τάσο Μαργαριτώφ , ο Χατζηδάκης χρονολόγησε την εικόνα στον 6 ο αιώνα και την συνέδεσε με άλλες δύο πρώιμες εικόνες του Σινά, την ένθρονη Βρεφοκρατούσα με τους δύο αγίους και τον άγιο Πέτρο, αποδίδοντας και τις τρεις σε κοινό εργαστήριο της Κωνσταντινούπολης ( Chat z idakis 1967β, σ. 197-208). Έκτοτε η εικόνα κατέλαβε την πιο σημαντική θέση στην ιστορία της ζωγραφικής των πρώιμων εικόνων. Από πολλές πλευρές η εικόνα συνδέεται με παλαιότερες ζωγραφικές παραδόσεις. Η εγκαυστική τεχνική της εκτέλεσης, που συναντούμε άλλωστε και σε πρώιμες εικόνες του Σινά, καθώς και η πνευματικότητα του ύφους της μορφής, θυμίζουν έντονα τα νεκρικά πορτρέτα του Φαγιούμ. Η πλαστική απόδοση των όγκων του προσώπου με σκιασμένη την αριστερή του παρειά, η ελαφρά στροφή του σώματος με την αντίστοιχη υπερύψωση και προβολή του αριστερού του ώμου και του ευαγγελίου, αλλά και η προοπτικά ορθή απόδοση του τείχους με την κόγχη, καθώς και του γαλάζιου ουρανού στο βάθος, αποτελούν γνωρίσματα εργαστηρίου υψηλότατης στ άθμης με μακρά θητεία στην ελληνίζουσα ζωγραφική. Τέλος, το ήθος της μορφής του « φιλανθρώπου » Χριστού, που τονίζει η διαφορετική εκτέλεση των ματιών, αποτελεί ταυτόχρονα εικαστική αποτύπωση θεολογικών περιγραφών: ἦν δέ ὡραῖος τῇ ὄψει σφόδρα..εὐόφθαλμος , ἐπίρρινος , ἐπιξανθίζων τό γένειον , μακράν ἔχων τήν τρίχα , σιτόχρους, οὐ στρογγύλην ἔχων τήν ὄψιν ἀλλ ‘ ὑποκατεβαίνουσαν , ὀλίγον ἐπιφοινισσομένην , ὅσον ὑποφαίνειν τό σεμνόν τε καί συνετόν τοῦ ἤθους καί ἥμερον καί τό καθάπαξ ἀόργητον ( μοναχός Επιφάνειος , περ. 800, βλ. Chatzidakis 1967β, σ. 201, όπου και άλλα κείμενα).
Η εικόνα του Χριστού αναδείχθηκε ως ένα μοναδικής ποιότητας πρότυπο της μορφής του Παντοκράτορος σε έναν εικονογραφικό τύπο (πιθανότατα ο Χριστός Χαλκίτης ) γνωστό και σε νομίσματα του Ιουστινιανού Β΄ (692-695) (βλ. αριθ. Κατ.81), με μακρά διάρκεια στη βυζαντινή ζωγραφική. Από την επιβλητική μορφή του στα περίφημα ψηφιδωτά της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη (Λέοντος του Στ΄, Δέηση, 13 ου αι.) έως τη γνωστή εικόνα του 13 ου αιώνα στη Μονή Χιλανδαρίου.
Νανώ Χατζηδάκη
Μυστήριον Μέγα και Παράδοξον,Αθήνα 2002, εκδ. Ιεράς Συνόδου, σελ. 188.6ος αι. 84,5Χ44,3Χ43,8
Κηρόχυτη εγκαυστική τεχνικήΠροέλευση: ΚωνσταντινούποληΣινά, Ι. Μονή Αγίας Αικατερίνης